ΛΟΓΟΙ Δ'. ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Με τον παρόντα τόμο συνεχίζουμε την δημοσίευση των λόγων του μακαριστού Γέροντος Παϊσίου με θέματα για την οικογένεια και για τις δοκιμασίες που υφίσταται ο άνθρωπος εξ αιτίας της κρίσεως του θεσμού της οικογένειας στην εποχή μας. Ο Γέροντας έλεγε ότι τα περισσότερα από τα γράμματα που λάμβανε προέρχονταν από ανθρώπους με οικογενειακά προβλήματα. Απέδιδε δε τα προβλήματα αυτά στην απομάκρυνση των ανθρώπων από τον Θεό και στην φιλαυτία τους. «Παλιά, έλεγε, η ζωή ήταν πιο ήρεμη και οι άνθρωποι έκαναν υπομονή. Σήμερα όλοι είναι τσακμάκια. Έναν λόγο δεν σηκώνουν. Και ύστερα αυτόματο διαζύγιο».
Ο Γέροντας από πολύ νωρίς τοποθετήθηκε ενεργώς μέσα στην μεγάλη οικογένεια της Εκκλησίας και αισθανόταν ότι δεν ανήκε πλέον στην μικρή οικογένειά του. Απέκτησε θεϊκή αγάπη και έγινε παιδί του Θεού. Γι᾿ αυτό ένιωθε όλους τους ανθρώπους αδέλφια του και αγαπούσε τον καθέναν «εν σπλάγχνοις Ιησού Χριστού» (Φιλ. 1, 8). «Όταν βλέπω κάποιον ηλικιωμένον, μας έλεγε, λέω ότι αυτός είναι πατέρας μου.Όταν βλέπω κάποια γιαγιά, λέω ότι αυτή είναι μητέρα μου. Όταν δώ μικρό παιδί, το βλέπω σαν ανηψάκι μου. Όλους τους αγαπώ. Άλλους τους χαίρομαι, άλλους τους πονώ. Ξέρεις τί είναι αυτό;». Αλλά και γινόταν για τον καθέναν, ανάλογα με την περίπτωση, παιδί, αδελφός, πατέρας, παππούς. Και η ειλικρινής αυτή αγάπη βοηθούσε όποιον τον πλησίαζε να υποστή την καλή αλλοίωση, να δεχθή τον λόγο του Θεού και να ζήση σύμφωνα με αυτόν. Ως μέλος του σώματος του Χριστού, όχι μόνον προσευχόταν με πόνο για όσους αντιμετώπιζαν προβλήματα μέσα στην οικογένεια, αλλά βοηθούσε και με τον λόγο του, όταν του το ζητούσαν, ακόμη και στα πιο ειδικά θέματα της οικογενειακής ζωής, αν και εκείνος ζούσε ως ασκητής.
Έχοντας δοκιμασθή ο ίδιος στα «πυρά των πειρασμών» και στο καμίνι της αρρώστιας, η οποία με διάφορες μορφές τον επισκέφθηκε από το 1947 ώς το 1994 που κοιμήθηκε, συνέπασχε με κάθε πονεμένο και προσευχόταν με πόνο για τους αρρώστους. Για την δική του υγεία φρόντιζε τόσο μόνον, όσο να μπορή να αυτοεξυπηρετήται και να εξυπηρετή αυτούς που τον επισκέπτονταν.
Πίστευε πώς, όταν θα αδιαφορούσε για τον δικό του πόνο, αυτό θα συγκινούσε τον Θεό και θα άκουγε την προσευχή του για τους άλλους αρρώστους. Σ᾿ εκείνους όμως συνιστούσε να κάνουν ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό, για να θεραπευθούν, και ό,τι είναι ανθρωπίνως αδύνατο να το αφήνουν στον Θεό. Συγχρόνως δυνάμωνε την πίστη τους, ώστε να αντιμετωπίζουν την αρρώστια τους με ελπίδα στον Θεό, αλλά και να μη λησμονούν ότι στην ζωή αυτήν όλοι είμαστε «πάροικοι και παρεπίδημοι» (Α´ Πέτρ. 2, 11) και να ετοιμάζωνται για την αιώνια ζωή.
Ο τόμος αυτός – ο οποίος εκδίδεται με την ευλογία του Ποιμενάρχου μας, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κασσανδρείας κ. Νικοδήμου – συγκροτείται από εισαγωγικό κεφάλαιο και από έξι μέρη. Πολλά από τα θέματά του προέκυψαν από συζητήσεις που έκαναν με τον Γέροντα η Γερόντισσα και ορισμένες Αδελφές. Αν και κατά την προτροπή και την αρχή του Γέροντα παραπέμπουμε όσους μας ζητούν πνευματική βοήθεια στον Πνευματικό, συχνά συνέβαινε – και συμβαίνει – οι άνθρωποι στην επικοινωνία τους με την Γερόντισσα ή με κάποια μεγάλη Αδελφή, κάτω από την πίεση κάποιου προβλήματος, να εκφράζουν τον πόνο τους και να ζητούν συμβουλές. Μερικές φορές, για να είμαστε βέβαιες ότι η απάντηση που δώσαμε σε κάποιο σοβαρό ή δύσκολο θέμα ήταν σωστή, απευθυνόμασταν στον Γέροντα, ο οποίος μας έλεγε ποιά ήταν σε κάθε περίπτωση η κατά Θεόν αντιμετώπιση. Αλλά και ο ίδιος στις Συνάξεις της Αδελφότητος και στις κατ᾿ ιδίαν συζητήσεις με τις αδελφές, παίρνοντας αφορμή από κάποιο περιστατικό της κοινοβιακής ζωής ή από κάποια ερώτησή μας, συνήθιζε να αναφέρη δυσκολίες που αντιμετώπιζαν λαϊκοί. Αυτό το έκανε, για να προσευχώμαστε με πόνο για τον κόσμο. Ανέφερε επίσης παραδείγματα από οικογενειάρχες ή από μητέρες πού, ενώ δεν είχαν τις πνευματικές ευκαιρίες των μοναχών, ζούσαν αγία ζωή. Έτσι μας παρακινούσε να αγωνιζώμαστε με περισσότερο φιλότιμο. Μερικά από τα θέματα αυτά συμπληρώθηκαν με αποσπάσματα από επιστολές του Γέροντα, που μας έδωσαν κληρικοί και ευλαβείς λαϊκοί.
Για να βοηθηθούν τα νέα παιδιά που προβληματίζονται για τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν στην ζωή τους, προτάχθηκε στον παρόντα Δ´ τόμο το εισαγωγικό κεφάλαιο «Οι νέοι μπροστά στους δύο δρόμους της ζωής». Σ᾿ αυτό τονίζεται πώς και οι δύο δρόμοι που χάραξε η Εκκλησία μας – η έγγαμη και η μοναχική ζωή – είναι ευλογημένοι. Οι νέοι, ανάλογα με την κλίση τους, με τις δυνάμεις και με το φιλότιμό τους, πρέπει ανεπηρέαστοι και με εμπιστοσύνη στον Θεό να διαλέξουν έναν από τους δύο δρόμους. Βασική προϋπόθεση για την προκοπή τους σε όποιο δρόμο ακολουθήσουν είναι να ζουν αγνά και πνευματικά.
Στο πρώτο από τα έξι μέρη του βιβλίου αυτού ορίζονται ως θεμέλια της οικογένειας η αρχοντική αγάπη και ο σεβασμός μεταξύ των συζύγων. Η υπομονή στις δυσκολίες της οικογενειακής ζωής, όταν συνοδεύεται από προσευχή, σώζει την οικογένεια από την διάλυση.
Στο δεύτερο μέρος, το οποίο αναφέρεται στις υποχρεώσεις και στην ευθύνη των γονέων για την σωστή ανατροφή των παιδιών, ιδιαίτερα τονίζεται η σπουδαιότητα που έχει το παράδειγμα, «η σιωπώσα παραίνεσις» των γονέων προς τα παιδιά, και ο ρόλος της μητέρας. Επίσης υπογραμμίζεται ότι η στοργή και η αγάπη προς τα παιδιά είναι βασικές προϋποθέσεις για την φυσιολογική ανάπτυξή τους.
Το τρίτο μέρος αναφέρεται στα παιδιά, στις χαρές και στις δυσκολίες τους από την βρεφική ηλικία ώς την ενηλικίωσή τους, καθώς και στις υποχρεώσεις τους προς τους γονείς. Ο σεβασμός και η αγάπη προς τους γονείς, όχι μόνον κατά την παιδική αλλά και κατά την ώριμη ηλικία, τους εξασφαλίζουν την ευλογία του Θεού.
Στο τέταρτο μέρος δίνονται απλές και πρακτικές συμβουλές για την πνευματική ζωή μέσα στην οικογένεια. Έτσι παιδιά και γονείς βοηθιούνται να βιώνουν καθημερινά το Ευαγγέλιο, είτε βρίσκονται στο σπίτι είτε στην εργασία, η οποία πρέπει, όσο γίνεται, να συντελή στην κατά Θεόν τελείωσή τους και όχι να τους πνίγη με το συνεχές άγχος.
Στο πέμπτο μέρος, το οποίο αναφέρεται στις διάφορες δοκιμασίες που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στην ζωή τους, τονίζεται πόση παρηγοριά και δύναμη δίνει ο Θεός σε όσους τις αντιμετωπίζουν όχι μόνο με υπομονή αλλά και με δοξολογία. Η αρρώστια, η αναπηρία, οι συκοφαντίες είναι ευλογία για τον άνθρωπο που έχει συλλάβει το βαθύτερο νόημα της ζωής. Με τις ταλαιπωρίες που περνάει εξοφλεί αμαρτίες ή αποταμιεύει ουράνιο μισθό.
Τέλος, στο έκτο μέρος περιέχονται θέματα που αναφέρονται στην σωστή αντιμετώπιση του θανάτου και στην προετοιμασία γι᾿ αυτόν. Ο Γέροντας διευκρινίζει ποιά είναι η αληθινή παρηγοριά των πενθούντων για τον θάνατο προσφιλών προσώπων τους και υπογραμμίζει πόσο βοηθούν τα μνημόσυνα, οι προσευχές και οι ελεημοσύνες που γίνονται για τους κεκοιμημένους. Απλά δε και παραστατικά δίνει μια εικόνα της μελλούσης Κρίσεως και της αιωνίου ζωής.
Τα θέματα του τόμου αυτού μπορούν αφ᾿ ενός μεν να βοηθήσουν όσους αγωνίζονται μέσα στον κόσμο να συνεχίσουν «τόν καλόν αγώνα» (Α´ Τιμ. 6, 12) με περισσότερο ζήλο και αφ᾿ ετέρου να ξυπνήσουν συνειδήσεις ανθρώπων που ταλαιπωρούνται μακριά από τον Θεό, ώστε να θελήσουν να γίνουν συνειδητά μέλη της Εκκλησίας και να χαίρωνται μέσα στην μικρή κοινωνία της οικογένειάς τους την ειρήνη και την ανάπαυση που δίνει η πνευματική ζωή. Παράλληλα υπογραμμίζουν ότι μέσα στον γάμο είναι απαραίτητη η τήρηση όλων των εντολών του Θεού, οι οποίες «βαρείαι ουκ εισίν» (Α´ Ιω. 5, 3). Αν λ.χ. καθένας από τους συζύγους θυσιάζη το δικό του θέλημα και κάνη υπακοή, δεν νιώθει καταπιεσμένος, γιατί το κάνει από αγάπη και αισθάνεται μέσα του μια γλυκειά παρηγοριά.
Ίσως ο σύγχρονος άνθρωπος, συνηθισμένος στους «χαλαρούς νόμους» της σημερινής κοινωνίας, να θεωρήση απόλυτες και ανεφάρμοστες μερικές θέσεις του Γέροντα· αλλά, αν τις κρίνη βάσει του Ευαγγελίου, θα διαπιστώση ότι είναι ακριβής έκφρασή του. Ο Γέροντας αποβλέπει πάντοτε στην κατά Χριστόν τελειότητα. Με την φωτισμένη όμως ποιμαντική του μακροθυμεί μπροστά στην ανθρώπινη αδυναμία και κάνει χρήση της «οικονομίας»* , χωρίς βέβαια να συγκατατίθεται στην αμαρτία. Προσπαθεί με παραδείγματα, με αναφορές στην ζωή των παλαιοτέρων χρόνων κ.λπ., να δώση και στον σύγχρονο άνθρωπο να καταλάβη ότι ο Θεός είναι ζών και «ενεργών τα πάντα εν πάσι» (Α´ Κορ. 12, 6). Δεν απαντάει μόνο στην μέλλουσα ζωή ως μισθαποδότης, αλλά και στην παρούσα ως στοργικός Πατέρας. Πρέπει όμως ο άνθρωπος να δείξη την αγαθή του προαίρεση με τον μικρό του αγώνα. Λίγο θα κοπιάση, πολύ θα λάβη. Αλλά αυτόν τον λίγο κόπο πρέπει να τον κάνη, για να δώση το «δικαίωμα» στον Θεό να επεμβαίνη με πολλή βοήθεια στην ζωή του.
Ευχαριστούμε όσους διάβασαν τα χειρόγραφα του τόμου αυτού και με πολύ σεβασμό διετύπωσαν ορισμένες σκέψεις που βοήθησαν στην αρτιώτερη μορφή του.
Ευχόμαστε οι λόγοι του Γέροντα να βοηθήσουν την οικογένεια, η οποία ιδιαίτερα σήμερα ταλαιπωρείται εξ αιτίας της λήθης ή της περιφρονήσεως των εντολών του Θεού, να βρη μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας τον πραγματικό προορισμό της, ώστε γονείς και παιδιά να ζουν από τούτη την ζωή τον Παράδεισο.
16 Σεπτεμβρίου 2002
Μνήμη της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Ευφημίας
Η Καθηγουμένη του Ιερού Ησυχαστηρίου
Φιλοθέη Μοναχή
καί αι σύν εμοί εν Χριστώ Αδελφαί