ΛΟΓΟΙ Α'. ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

ΛΟΓΟΙ Α'. ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος, τον Ιούλιο του 1994, άφηνε στον κόσμο με την κοίμησή του μία πνευματική κληρονομιά, την διδασκαλία του. Απλός μοναχός, με τα λίγα γράμματα του Δημοτικού Σχολείου, αλλά με πλούσια την κατά Θεόν σοφία, είχε κενώσει τον εαυτό του για τον πλησίον. Η διδασκαλία του δεν ήταν διδαχή ή κατήχηση. Το Ευαγγέλιο το είχε κάνει βίωμά του και η διδασκαλία του πήγαζε από την ζωή του, που χαρακτηριστικό γνώρισμά της είχε την αγάπη. Είχε μορφώσει «εαυτόν» κατά το Ευαγγέλιο, γι' αυτό πρώτα δίδασκε η μορφή του και ύστερα η ευαγγελική αγάπη και ο φωτισμένος λόγος του. Όταν δεχόταν τους ανθρώπους, με όλες τις ιδιαιτερότητές τους, δεν άκουγε απλώς υπομονετικά τα προβλήματα που του εμπιστεύονταν, αλλά με την αγία του απλότητα και διάκριση έμπαινε βαθιά στην καρδιά τους και έκανε δικό του τον πόνο, την ανησυχία, το πρόβλημά τους. Και τότε σιγά-σιγά γινόταν το θαύμα, η αλλαγή του ανθρώπου. «Ο Θεός, έλεγε, κάνει το θαύμα, όταν συμμετέχει κανείς με την καρδιά του στον πόνο του άλλου».

Με χαρά είδαμε τα πρώτα βιβλία που κυκλοφόρησαν για την ζωή και την διδασκαλία του Γέροντα να διαβάζωνται με ενδιαφέρον. Πολλοί μιλούσαν με θαυμασμό για τις απαντήσεις που εύρισκαν στα ερωτήματά τους, την παρηγοριά στις θλίψεις τους. Ιδιαίτερα χαιρόμασταν, όταν άνθρωποι απομακρυσμένοι από την Εκκλησία αποκτούσαν την καλή ανησυχία και άλλαζαν ζωή. Πολλές φορές ήρθαν στα χείλη μας οι στίχοι του υμνογράφου, που αναφέρονται στον Μ. Βασίλειο: «Ζή και θανών εν Κυρίω, ζη και παρ' ημίν, ως λαλών εκ των βίβλων». Συγχρόνως νιώσαμε μία ανάγκη: Τα λόγια του Γέροντα, που με ευλάβεια καταγράφαμε από τα πρώτα βήματα της Αδελφότητος, γιατί μας ήταν πολύ ωφέλιμα, να τα προσφέρουμε στους εν Χριστώ αδελφούς, που μας ζητούσαν επίμονα.

Ο Καλός Θεός οικονόμησε ώστε το Ησυχαστήριό μας να οφείλη την ύπαρξή του στον Γέροντα Παΐσιο. Εκείνος έλαβε από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κασσανδρείας κ.κ. Συνέσιο την επισκοπική έγκριση για την ίδρυσή του και φρόντισε για την εύρεση του τόπου. Και το έκανε αυτό, γιατί η αρχοντική και ευαίσθητη καρδιά του ενίωθε μεγάλη ευγνωμοσύνη για την συμπαράστασή μας, όταν τον πρωτογνωρίσαμε το 1966 στο νοσοκομείο, όπου είχε εισαχθή, για να υποστή εγχείρηση στους πνεύμονες. Από τότε αισθάνθηκε ότι ήταν μεγάλος αδελφός μας και είχε την υποχρέωση «νά αποκαταστήση τις αδελφές τού», όπως έλεγε, εννοώντας να ιδρύση το Ησυχαστήριο. Τον Οκτώβριο του 1967 εγκαταστάθηκαν οι πρώτες αδελφές. Τότε ο Γέροντας Παΐσιος έμεινε δύο μήνες στο Ησυχαστήριο, για να βοηθήση στην οργάνωση του Κοινοβίου. Στην συνέχεια έβγαινε από το Άγιον Όρος συνήθως δυο φορές τον χρόνο και βοηθούσε στην λειτουργία του Κοινοβίου, καθώς και την κάθε αδελφή στον πνευματικό της αγώνα με τις θεοφώτιστες συμβουλές και την προσωπική του πείρα. Από το Όρος πάλι, «τήν πνευματική Αμερική», όπως το ονόμαζε, βοηθούσε με την προσευχή και τις επιστολές που έστελνε είτε προσωπικά στην κάθε αδελφή είτε σε όλο το Κοινόβιο.

Όταν το 1967 ο Γέροντας Παΐσιος άρχισε να θέτη στο Ησυχαστήριο τα θεμέλια της κοινοβιακής ζωής, από τα πιο απλά πρακτικά θέματα ως τα πιο σοβαρά πνευματικά, ήταν 43 ετών. Ήταν όμως ήδη άνδρας τέλειος «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφ. 4, 13) και είχε την γεροντική σοφία. Από τις πρώτες μέρες της ζωής του Κοινοβίου ενίωθες ότι τα λόγια του ήταν «ρήματα ζωής αιωνίου» (Ιω. 6, 68) και ότι πολλά από αυτά ήταν αξιώματα για την καθημερινή ζωή. Γί/ αυτό έσπευδες να τα καταγράψης, για να μη λησμονηθούν και να χρησιμοποιούνται ως ασφαλής κανόνας στην μοναχική πολιτεία.
Και όταν οι σημειώσεις μας συμπλήρωσαν τα πρώτα τετράδια, τις θέσαμε δειλά-δειλά υπό την κρίση του. Δειλά, γιατί ο Γέροντας τόνιζε πάντοτε την εφαρμογή, δεν ήθελε να μαζεύουμε υλικό, «πυρομαχικά», χωρίς να κάνουμε πράξη τα λόγια του στην ζωή μας. Ζητούσε αυτό που ακούγαμε ή διαβάζαμε να το δουλεύουμε πνευματικά. Διαφορετικά, καθώς έλεγε, σε τίποτε δεν θα μας ωφελούσαν τα πολλά γραπτά και οι πολλές σημειώσεις, όπως σε τίποτε δεν ωφελεί ένα κράτος, αν έχη πολλά πυρομαχικά και δεν έχη στρατό εκπαιδευμένο, για να τα χρησιμοποιήση. Συγκαταβαίνοντας στις επίμονες παρακλήσεις μας, δέχθηκε να τα δη και να τα συμπληρώση ή να διορθώση σημεία που τυχόν δεν είχαν κατανοηθή πλήρως.

Η καταγραφή αυτή συνεχίσθηκε σε όλη την διάρκεια των είκοσι οκτώ ετών που ο Γέροντας παρακολουθούσε και καθοδηγούσε το Ησυχαστήριο. Καταγράφονταν οι Συνάξεις της Αδελφότητος και της Γεροντίας που γίνονταν με τον Γέροντα – αρχικά με σημειώσεις που κρατούσαν οι αδελφές στην διάρκεια των Συνάξεων και τα τελευταία χρόνια με μαγνητοφώνηση – αλλά και οι κατ' ιδίαν συζητήσεις των αδελφών με τον Γέροντα, τις οποίες κατέγραφε κάθε αδελφή αμέσως μετά την συνομιλία μαζί του. Όταν κάποτε αυτό έπεσε στην αντίληψη του Γέροντα, είπε κάπως θυμωμένος: «Τί τα γράφετε όλα αυτά; Για ώρα ανάγκης τα κρατάτε; Σκοπός είναι να τα δουλεύετε, να τα εφαρμόζετε. Και ποιός ξέρει τί γράφετε! Για φέρτε μου να δώ!». Όταν του δόθηκαν ενδεικτικά οι σημειώσεις μίας αδελφής, η έκφρασή του άλλαξε, αναπαύθηκε και με ικανοποίηση είπε: «Πώ, πώ, βρέ παιδί μου, αυτή μαγνητόφωνο είναι! Τα έγραψε ακριβώς όπως τα είπα!».

Η επικοινωνία μας με τον Γέροντα είχε συνήθως την μορφή απαντήσεων σε ερωτήματά μας. στις κατ' ιδίαν συζητήσεις των αδελφών μαζί του πάντα υπήρχαν ερωτήσεις κυρίως για τον προσωπικό αγώνα. στις Συνάξεις της Γεροντίας, οι οποίες ήταν προγραμματισμένες, συζητιούνταν θέματα που μας απασχολούσαν κατά την απουσία του. Αυτά συγκεντρώνονταν υπό μορφή ερωτήσεων, για να συζητηθούν, όταν θα ερχόταν. Ήταν θέματα πάσης φύσεως: διοικητικά, πρακτικά, πνευματικά, κοινωνικά, εκκλησιαστικά, εθνικά κ.α. στις Συνάξεις τέλος της Αδελφότητος, εκτός από τις ερωτήσεις που έκαναν αδελφές, αφορμή για τα διάφορα θέματα στα οποία αναφερόταν, μπορεί να ήταν και απλά ερεθίσματα. Ο Γέροντας αξιοποιούσε τα πάντα για την πνευματική ωφέλεια της ψυχής. Ο ήχος ενός αεροπλάνου, ο θόρυβος ενός μηχανήματος, το κελαήδισμα ενός πουλιού, το άνοιγμα μίας πόρτας ή μία απλή φράση μπορούσε να αποτελέση αφορμή να μιλάη πολλή ώρα για ένα σοβαρό θέμα. «Όλα τα χρησιμοποιώ, έλεγε, για συγκοινωνία για πάνω, για τον Ουρανό. Όλα αν τα δουλέψη κανείς πνευματικά, ξέρετε τί πνευματικό κέρδος βγάζει και τί πνευματική πείρα αποκτάει;».

Και όπως «ο Καλός Θεός, καθώς έλεγε χαρακτηριστικά, μας φροντίζει πρώτα για την άλλη ζωή και ύστερα γι' αυτήν», έτσι και εκείνος στόχο του στην επικοινωνία με τον άνθρωπο είχε να τον ετοιμάση για την Βασιλεία των Ουρανών, βοηθώντας τον να γνωρίση το θέλημα του Θεού και να συνδεθή με τον Θεό. Όταν ανέφερε κάτι από την φύση, από την επιστήμη, από την τέχνη ή από την καθημερινή ζωή, δεν τον ενδιέφεραν αυτά καθ' αυτά τα θέματα, αλλά τα χρησιμοποιούσε, για να αφυπνίση τις ψυχές και να τις βοηθήση με παραβολικό τρόπο να συλλάβουν το βαθύτερο νόημα της ζωής και να «γαντζωθούν» από τον Θεό.

Επειδή τον λόγο του τον διέκρινε η λιτότητα, η ετοιμότητα, το πηγαίο χιούμορ, μπορούσε να λέη μεγάλες αλήθειες με απλό και εύθυμο τρόπο. «Εγώ κάνω λιακάδα», έλεγε, και εννοούσε ότι όπως ο ήλιος είναι απαραίτητος, για να ανοίξουν τα λουλούδια, έτσι και η απαλή ποιμαντική προσέγγιση διευκολύνει στο άνοιγμα και την θεραπεία της ψυχής. Φωτισμένη ποιμαντική, που συχνά προετοίμαζε το έδαφος της ψυχής να δεχθή την αυστηρότητα των λόγων του για το απαρέγκλιτό της Ευαγγελικής αλήθειας. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και ο αυστηρότερος λόγος του έπεφτε σαν ευεργετική δροσιά στην καρδιά του άλλου και την γεωργούσε, για να καρποφορήση πνευματικά.

Το υλικό που συγκεντρώθηκε μέσα σ' αυτά τα είκοσι οκτώ χρόνια, μαζί με τις επιστολές που έστελνε στο Ησυχαστήριο από το Άγιον Όρος, ταξινομήθηκε μετά την κοίμηση του Γέροντα κατά θέματα, για να είναι εύχρηστο στην καθημερινή ζωή του Κοινοβίου. Παράλληλα ταξινομήθηκαν όλα τα σχετικά με την ζωή του περιστατικά, ακόμη και θεία γεγονότα που είχε ζήσει, στα οποία αναφερόταν όχι περιαυτολογώντας αλλά προσφέροντας τα ως πνευματική ελεημοσύνη. «Δεν σάς τα λέω αυτά, έλεγε, για να μου κολλήσετε παράσημα, για να μου πήτε »μπράβο«. Όταν λέω κάτι ή από τον πόλεμο ή από τον στρατό, αλλά και οτιδήποτε να πώ, ακόμη και ένα αστείο παράδειγμα, δεν τα λέω έτσι, κάτι θέλω να τονίσω, να πιάνετε το βαθύτερο νόημα. Ποτέ δεν λέω άχρηστα πράγματα». Με αυτόν τον τρόπο γινόταν «πνευματικός αιμοδότης», για να ενισχύση την αναιμική πίστη, να κεντρίση το φιλότιμο και να καλλιεργήση, ως πραγματικό αρχοντόπουλο του Θεού εκείνος, την πνευματική αρχοντιά, ώστε να συγγενέψουμε με τον Θεό. «Αδειάζω, αδειάζω, έλεγε, και τί γίνεται; Δηλαδή, για να σάς βοηθήσω, αναγκάζομαι να σάς πω και πράγματα από τον εαυτό μου. Κάνω την μεγαλύτερη σπατάλη, πνευματική σπατάλη! Τουλάχιστον πιάνει τόπο; Κάθε γεγονός, θέλω να πώ, που αναγκάζομαι να αναφέρω, για να σάς βοηθήσω, πώς λ.χ. με βοήθησε η Πρόνοια του Θεού σε κάποια περίσταση, το χάνω. Τουλάχιστον πιάνει τόπο;».

Λαμβάνοντας υπ' όψιν τα δύσκολα χρόνια που περνούμε, αποφασίσαμε να δώσουμε στην δημοσιότητα όλο αυτό το υλικό σε σειρά τόμων αρχίζοντας από θέματα ευρύτερου ενδιαφέροντος. Πολλά είναι θέματα καθημερινά, τα οποία όμως, αν δεν αντιμετωπισθούν σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, θα έχουν λυπηρές, αν όχι ολέθριες, συνέπειες και για την παρούσα ζωή αλλά και για την μέλλουσα.

Αυτήν την επιλογή ενθάρρυνε και μία σκέψη την οποία είχε από χρόνια ο Γέροντας. Σκεφτόταν να γράψη «ένα βιβλίο που να τους πιάνη όλους, λαϊκούς, μοναχούς και ιερωμένους». Την σκέψη αυτή δεν πρόλαβε να την πραγματοποιήση, αφού όλο του τον χρόνο τον διέθετε στις πονεμένες ψυχές που έφθαναν κάθε μέρα στο Καλύβι του και στις οποίες δινόταν ολόκληρος, παρά τις λιγοστές σωματικές του δυνάμεις. «Τα δικά μου νέα, έγραφε σε κάποιο γράμμα του, είναι, κόσμος πολύς, κουρασμένος, βασανισμένος. Ο μεν κόσμος όλο και αυξάνει με τα προβλήματά του, οι δε δικές μου δυνάμεις οι σωματικές εύχεσθε να μην ελαττώνωνται. Οικονομάω και λίγο τον εαυτό μου, γιατί πρέπει να μπορώ πάντα. Μπορώ δεν μπορώ, πρέπει να μπορώ».
Ο Γέροντας όπως αναφέρθηκε, απαντούσε συνήθως σε ερωτήματα. Γι' αυτό στην σύνθεση των θεμάτων που έγινε από λόγους του σε διάφορες περιστάσεις, κρατήθηκε η διαλογική μορφή. Μέσα στους διαλόγους εντάχθηκαν και αποσπάσματα από τις επιστολές που έστελνε στο Ησυχαστήριο ή παραθέματα από βιβλία που έγραψε ο ίδιος, καθώς και ό,τι συμφωνούσε θεματικά από τις επιστολές, που μας εμπιστεύθηκαν εν Χριστώ αδελφοί, ή τις σημειώσεις, τις οποίες είχαν κρατήσει κατά τις συζητήσεις τους με τον Γέροντα, ώστε να δοθή το κάθε θέμα με την περισσότερη δυνατή πληρότητα. Καταβλήθηκε προσπάθεια να διατηρηθή, κατά το δυνατόν, η αμεσότητα και η χάρη του προφορικού λόγου του Γέροντα. Παρέμειναν επίσης και κάποιες επαναλήψεις, που τόνιζαν τα νοήματα και κέντριζαν τις καρδιές, και μερικά από τα συχνά επιφωνήματα κατά την ροή των αφηγήσεων της παλλόμενης καρδιάς του από την μεγάλη αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο.

Οι αναφορές στην μοναχική ζωή είναι συχνές. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο γιατί ο Γέροντας απευθύνεται σε μοναχές, αλλά γιατί την «χαρά της καλογερικής», που πηγάζει από την ολοκληρωτική ανάθεση της ζωής του μοναχού στον Θεό, ήθελε να την αναζητήση και ο κάθε λαϊκός, για να λυτρωθή από την ανασφάλεια που φέρνει η πίστη στο εγώ και να χαρή τον Παράδεισο από αυτήν την ζωή.

Το βιβλίο «Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο ανθρωπο» αποτελεί τον πρώτο τόμο της σειράς «Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι». Για να είναι πιο εύχρηστο το περιεχόμενό του, χωρίσθηκε σε τέσσερις θεματικές ενότητες. Κάθε ενότητα διαιρείται σε κεφάλαια και κάθε κεφάλαιο σε μικρότερα μέρη με τους ανάλογους υποτίτλους. Οι υποσημειώσεις που ερμηνεύουν όρους από την πνευματική και μοναχική ζωή, γνωστούς στους εν Χριστώ αδελφούς που έχουν μία ιδιαίτερη επαφή με πατερικά κείμενα, έγιναν κυρίως για να διευκολύνουν αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι με τέτοια ορολογία.
Επειδή ο Γέροντας, όπως αναφέραμε, χρησιμοποιούσε συχνά παραδείγματα από την επιστήμη, την τέχνη κ.λ.π., υπήρχε φόβος να αποδώσουμε κατά την καταγραφή του προφορικού λόγου του λανθασμένα κάποια έκφραση ή κάποιον όρο. Γι' αυτό δώσαμε τα σχετικά κεφάλαια, πριν δημοσιευθούν, να διαβασθούν από εν Χριστώ αδελφούς διαφόρων ειδικοτήτων. Τους ευχαριστούμε, γιατί με ιδιαίτερη ευλάβεια προς τον Γέροντα είδαν αυτά τα κείμενα και έκαναν διάφορες παρεμβάσεις. Θα είμαστε ευγνώμονες και για οποιαδήποτε άλλη υπόδειξη.

Ας ευχηθούμε η «πνευματική σπατάλη» που έκανε ο Γέροντας από την πολλή του αγάπη «νά πιάση τόπο» στις απλές και καλοπροαίρετες ψυχές των αναγνωστών και να πλουτισθούν με την σοφία οτυ Θεού «τήν κεκρυμμένην από σοφών και συνετών και αποκεκαλυμμένην νηπίοις» (Βλ. Λουκ. 10, 21). Αμήν

 

Κυριακή των Αγίων Πάντων 14 Ιουνίου 1998

Η Καθηγουμένη του Ιερού Ησυχαστηρίου Φιλοθέη Μοναχή